Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

Το μυστικό του Lakeville (μέρος πρώτο)

Κεφάλαιο 1

  Ήταν σχεδόν μεσημέρι, όταν το ταξί που μετέφερε τον Τομ έφτασε στην ξύλινη γέφυρα που οδηγούσε στον προαύλιο χώρου του Κολεγίου Αρρένων του Λέικβιλ.Η μητέρα του αποφάσισε ότι αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για τον Τομ.Του το είχε ανακοινώσει λίγες μόνο ώρες μετά την κηδεία του πατέρα του. "Άφησέ με εδώ.Θέλω να περπατήσω λίγο." είπε στον οδηγό.Ο ήλιος ήταν καυτός , πράγμα ασυνήθιστο για τα 930 μέτρα υψόμετρο στη βόρεια Αγγλία.Βγήκε από το ταξί και άρχισε να περπατά αργά, διασχίζοντας τη γέφυρα.Το παλιό πέτρινο κάστρο,στο οποίο εδώ και πέντε χρόνια στεγαζόταν το κολέγιο, φάνταζε τεράστιο και μεγαλοπρεπές.Ο χώρος γύρω του ήταν μια μεγάλη καταπράσινη έκταση με διαφόρων ειδών μικρά φυτά, θάμνους και ψηλά δέντρα.Δεξιά του βρισκόταν το μονοπάτι που οδηγούσε στο μεγάλο και σκοτεινό δάσος του Λέικβιλ.

   Μετά από λίγα λεπτά έφτασε στην είσοδο.Μπαίνοντας μέσα, το πρώτο πράγμα που πρόσεξε ήταν  οι πολλοί πίνακες, που ήταν κρεμασμένοι σε όλο το μήκος του διαδρόμου και ο μεγάλος πολυέλαιος στο σαλόνι.Η υπάλληλος στη ρεσεψιόν του έδωσε το κλειδί του δωματίου του και του είπε πως ο διευθυντής είχε ζητήσει να τον δει στο γραφείο του.Ανέβηκε τις σκάλες για τον πρώτο όροφο, όπου βρισκόταν το γραφείο.Χτύπησε ελαφρά την πόρτα και μετά από λίγα δευτερόλεπτα απάντησε μια φωνή: "Περάστε".Ο διευθυντής τον υπόδεχθηκε με ένα χαμόγελο,
-Εσύ πρέπει να είσαι ο γιος της Έλεν, ο Τόμας.
-Μάλιστα, κύριε Ντόριαν.
-Πολύ ωραία.Κάθισε αν θες.
Καθώς  έφτανε στην καρέκλα, σκέφτηκε πόσο παράξενο ήταν που το γραφείο αυτό ήταν το μόνο που είχε δει μέχρι τώρα χωρίς τους περίεργους πίνακες.Μόνο ένας καθρέφτης υπήρχε απέναντί του, καλυμένος με ένα μαύρο πανί.Και ο διευθυντής, όμως, έμοιαζε να έχει κάτι ασυνήθιστο πάνω του.Ίσως ήταν το μόνιμο χαμόγελο, ίσως τα αλλού μαύρα και αλλού γκρίζα μαλλιά του.Δεν μπορούσε να αποφασίσει.
   Συζήτησαν για αρκετή ώρα και στη συνέχεια ο Τομ κατευθύνθηκε προς τον κοιτώνα του.Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια το κολέγιο θα ήταν το σπίτι του και ο κοιτώνας το δωμάτιό του.’Ηταν στο τέλος του διαδρόμου στον τρίτο και τελευταίο όροφο.Όπως ανέβαινε τα σκαλιά, με την άκρη του ματιού του είδε κάτι μέσα σε έναν πίνακα να κινείται.Ένα ρίγος διαπέρασε όλη τη ράχη του και γύρισε απότομα να δει καλύτερα τι ήταν αυτή η παράξενη σκοτεινή φιγούρα.Τίποτα το περίεργο δεν υπήρχε εκεί.Σκέφτηκε πως μάλλον ήταν ένα παιχνίδι του μυαλού του, όπως τα ακατανόητα όνειρα που έβλεπε τελευταία.Βυθισμένος στις σκέψεις του, έφτασε στην πόρτα του δωματίου του.Τη στιγμή που έβαζε το κλειδί στην πόρτα, του τράβηξε την προσοχή μια ακανόνιστου σχήματος σκιά στο πόμολο.Θα έπαιρνε όρκο ότι την είδε να κινείται.Μέχρι να ανοιγοκλείσει τα μάτια του είχε εξαφανιστεί.Πού πήγε;Και τι στο καλό ήταν αυτό που ένιωθε στον αέρα;Σα να είχαν παγώσει τα πάντα γύρω του.
Πέρασαν ώρες μέχρι να καταφέρει να αδειάσει το μυαλό του από τις τρομακτικές σκέψεις.Έξω είχε αρχίσει να απλώνεται για τα καλά το σκοτάδι.Με δυσκολία μπορούσε να διακρίνει τα πρώτα δέντρα στο δάσος.Με το που σφάλισε τα βλέφαρά του, αποκοιμήθηκε.Ήταν εξαντλημένος.Αμέσως άρχισε να ονειρεύεται.Ονειρεύτηκε τη στιγμή που βρήκε τον πατέρα του στο υπόγειο, καλυμμένο με το ίδιο του το αίμα και τα μυαλά του χυμένα στο πάτωμα, κρατώντας ένα πιστόλι στο δεξί του χέρι.Είχε φτάσει τρέχοντας εκεί, όταν άκουσε το δυνατό θόρυβο που έκανε την καρδιά του να χτυπάει σαν τρελή στο στήθος του.Ξύπνησε λουσμένος στον ιδρώτα.Από πάνω του στεκόταν ο παιδικός του φίλος, Νικ.Ένα ψηλό αγόρι, στο ύψος του Τομ, αδύνατο, με κοντά κόκκινα μαλλιά και πολλές φακίδες στο πρόσωπο.
-Νικ, τι κάνεις εδώ;Πότε έφτασες στο κολλέγιο;
-Πριν καμιά ώρα.Να μαντέψω, πάλι εκείνο το όνειρο, ε;Τομ, πρέπει να μιλήσεις σε κάποιον για αυτό.Έχουν περάσει τόσοι μήνες.
Όντως, είχαν περάσει σχεδόν εννέα μήνες από εκείνη την Πρωτοχρονιά του ’82, τότε που βρήκε το άψυχο σώμα του πατέρα του.Το ίδιο βράδυ ξεκίνησαν οι εφιάλτες κι αυτό το όνειρο, που τον έκανε να νιώθει το στομάχι του να δένεται κόμπος κάθε φορά που το έβλεπε.
-Τι ώρα είναι;
-Περασμένα μεσάνυχτα.
Είχε κοιμηθεί περισσότερο απ’όσο νόμιζε.
-Θέλω να βγώ μια βόλτα, να γνωρίσω το χώρο.Θες να έρθεις μαζί, Νικ;Ευκαιρία να τα πούμε.
-Γιατί όχι;Είδα και το διευθυντή, με το που έφτασα.Λίγο τρομακτικός μου φάνηκε.Τον είδες εσυ;
-Ναι, στο γραφείο του.Περίεργος άνθρωπος.Τους πίνακες, τους πρόσεξες;Εμένα αυτοί με ανατριχιάζουν.Έχουν κάτι το απόκοσμο.
Σταμάτησε την κουβέντα.Δεν αισθανόταν πολύ καλά με αυτή την ιστορία.Κι ο Νικ δε θα τον πίστευε ποτέ.Καλά καλά δεν ήταν ο ιδιος σίγουρος για το τι είχε δει.Πριν ολοκληρώσει τη σκέψη του, στον πίνακα που κρεμόταν στον τοίχο δίπλα από το κρεβάτι, μια σκοτεινή φιγούρα φάνηκε να κινείται.
-Νικ, κοίτα.Το βλέπεις κι εσύ;Νομίζω... με κοιτάζει.
-Ναι, πολύ αστείο, Τομ.Δεν είμαστε πια παιδιά.Άντε, τι θα γίνει με εκείνη τη βόλτα που λέγ... ΤΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΕIΝΑΙ ΑΥΤΟ;ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΒΓΑΙΝΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΙΝΑΚΑ;

Συνεχίζεται...

                                                                                                                 by Eddie D.

5 σχόλια:

  1. Πάνω στο καλύτερο το κόψατε. Πότε θα ανέβει η συνέχεια? Μου άρεσε πάρα πολύ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ ωραία ιστορία και φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα.Ποιο να είναι αυτό το μυστικό;Και τι είναι αυτό καλέ που βγαίνει από τον πίνακα;Αναμένω συνέχεια με αγωνία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Spooky!!!! Πολύ ωραία ιστορία. Πότε θα ανεβάσετε τη συνέχεια?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ευχαριστούμε! Το δεύτερο κεφάλαιο θα δημοσιευθεί σύντομα, Μέχρι τότε παρακολουθείτε το blog μας. Έρχονται κι άλλα κείμενα από Μαρία και Ηρώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. to koino perimenei ti sunexeia!!! elpizw na ekselisetai oso wraia ksekinaei!! kali arxi!! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

 

Blogger news

Blogroll

About